Ακριβώς σε αυτόν τον εννοιολογικό χειρισμό έγκειται η πρωτοτυπία του έργου της Ντένης Θεοχαράκη, η αυθεντικότερη έκφρασή του, το «σήμα κατατεθέν» που το ξεχωρίζει σαν μια ιδιαίτερη γλώσσα. Επιπλέον όμως καταδεικνύεται και η αλληλεξάρτηση, στον χρόνο και στον χώρο, των πιο διαφορετικών ιδιωμάτων της τέχνης –ακόμη και των πιο αταίριαστων, των πιο αντίθετων- και ως εκ τούτου και η ουσιαστική, ενιαία ταυτότητά τους. Έτσι λοιπόν τελικά αντιλαμβανόμαστε ότι η τέχνη δεν διαγράφει μία μόνο πραγματική κατεύθυνση, και τούτο διότι γνωρίζει και μπορεί να αναγεννιέται μέσα σε κάθε καλλιτέχνη, κάθε φορά ανανεωμένη και μοναδική.
Ο Anselm Kiefer έγραψε: «Όλες οι ιστορίες του ουρανού αρχίζουν στη γη». Έτσι ακριβώς μοιάζουν να αποκαλύπτονται και να εκτυλίσσονται οι «ιστορίες» της Ντένης Θεοχαράκη. Βλέπουμε την εικόνα να εκτινάσσεται ιλιγγιωδώς προς τα πάνω, σαν να ωθείται μέσα από τις αόρατες ρίζες της, –συχνά επαναλαμβανόμενη σε παράλληλες, ασύμμετρες συνθέσεις–, να μεταμορφώνεται, να καταλήγει σε αιχμηρή κορυφή καθεδρικού ναού, σε γιγάντιο σταλαγμίτη, σε μέγα κάκτο. ή, ακόμη, σε μοναστήρι του αιθέρα, σε ζιγκουράτ της Βαβέλ ή και σε τίποτα απ’ όλα αυτά, διότι το παράδοξο δεν πρέπει να μας εκπλήσσει.